Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

Οδ. Ελύτη, Μαρίνα των βράχων. Ερμηνευτικές προσεγγίσεις

Α..


Α΄ ενότητα: στ. 1-10
1ος στίχος: το πρόσωπο δεν προσδιορίζεται ακόμη. Ο πρώτος στίχος
υποβάλλει την εικόνα του με απροσδιόριστο περίγραμμα.
Την παρουσία τη δίνει συγκεκριμένο χαρακτηριστικό: χείλη
«τα χείλη με γεύση τρικυμίας»: η έκφραση συμπλέκει την εικόνα της
φύσης σε μια στιγμή της αγριότητάς της και την εικόνα της απροσδιόριστης
μορφής με την εξωτερίκευση των συναισθημάτων της σε μια στιγμή της
τρικυμισμένης ψυχής της, που τη γεύεται ο ποιητής.
Υπερρεαλιστική συμπλοκή εικόνων: επιτρέπει την υποβολή μιας μορφής
που δοκιμάζεται από έντονα συναισθήματα – αυτά εξωτερικεύονται με τη
στυφή γεύση των χειλιών της.
Η γεύση των χειλιών της γνώριμη στον ποιητή. Του έχει δώσει το φιλί της
αγάπης.
2ος στίχος: «Μα πού γύριζες;»
χρόνος παρελθοντικός ( «έχεις»: χρόνος παροντικός)
Ένας προσδιορισμός: «ολημερίς»
Επομένως ο χρόνος που διεξάγεται ο υποβαλλόμενος διάλογος είναι
μεταγενέστερος της πράξης (χωρίς να προσδιορίζεται)
Μπορεί να είναι το τέλος μιας ημέρας
Μπορεί και χρόνος μακρότερος που πέρασε από τη στιγμή που αγάπησε ο
ποιητής την κοπέλα και την αναπλάθει τώρα ως παρούσα και αποδέκτη των
λόγων του.
Συγχρόνως η μορφή τοποθετείται και τοπικά: «τη σκληρή ρέμβη της
πέτρας και της θάλασσας» πάλι συμφύρονται εννοιολογικά οι λέξεις:
σκληρότητα Ø πέτρα, ρέμβη Ø άνθρωπος
Η κοπέλα γύριζε ολημερίς στους σκληρούς βράχους της θάλασσας
ρεμβάζοντας στην απεραντοσύνη της. Η γυναίκα αυτή που σημάδεψε τη ζωή
του ποιητή ξεχώριζε για μια τάση φυγής και αυτοσυγκέντρωσης. Ήταν μια
προσωπικότητα δυνατή.
3ος στίχος: «αετοφόρος άνεμος» «γύμνωσε τους λόφους»
4ος στίχος: «γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκκαλο»
Η έννοια της επέλασης του ανέμου που υποβάλλει η εικόνα των
γυμνωθέντων από το φύσημα λόφων – εικόνα νησιώτικου τοπίου που το
δέρνουν οι άνεμοι του Αιγαίου μετατίθεται στο φουρτούνιασμα της
επιθυμίας που δε μπορεί η γυναίκα να συγκρατήσει, που είναι διαφανής ως
τα βάθη της ύπαρξής της, «ως το κόκκαλο»
Η εξωτερίκευση αυτή δε γίνεται με το λόγο αλλά με το φιλί (στυφή γεύση
χειλιών)
«επιθυμία»: σφοδρό ερωτικό συναίσθημα Ø τη μεταμορφώνει σε Χίμαιρα
5ος στίχος: «κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της
Χίμαιρας»: δηλ. στο βλέμμα αγαπημένου προσώπου αντικατοπτρίζονται
τα απραγματοποίητα όνειρα, η ουτοπία των πραγμάτων.
6ος στίχος: «ριγώνουν μ΄ αφρό τη θάλασσα»: η θύμηση της μορφής
γεννά τώρα στην ψυχή παραστάσεις που αναπλάθονται με κάποια
ασάφεια και ρευστότητα σαν του αφρού.
Όλοι συνειδητοποιούμε κάποια στιγμή τη ρευστότητα και το σβήσιμο του
πλαστού κόσμου που στήσαμε μέσα μας.
Στ. 7-10: ο ποιητής ανατρέχει στον τόπο και στο χρόνο, που μαζί τους
συνυφάνθηκαν οι ανακαλούμενες τώρα παραστάσεις οι οποίες αναπλάθονται
συνειρμικά στη συνείδηση του «εγώ» το οποίο συνυπήρξε τοπικά και χρονικά
με το «συ» και με άλλα πρόσωπα.
Τώρα για πρώτη φορά συγκεκριμενοποιείται κάπως η γυναίκα με την οποία
διαλέγεται ο ποιητής.
Στ.7: «γνώριμη»: το επίθετο υποβάλλει την εξοικείωση με το τοπίο και τη
συχνότητα των περιπάτων
Στ.9: «τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών»: τους κόρφους
των άλλων κοριτσιών
Στ. 10: «δυοσμαρίνια»: δεντρολίβανα
Η εικόνα αυτή τοποθετείται σε χρόνο προγενέστερο από την εικόνα της
κόρης που γυρίζει στους βράχους. Η μία αναπλάθει την άλλη.
Η αναπλασσόμενη εικόνα ανήκει σε στιγμές της εφηβείας με την ξεγνοιασιά
της συντροφιάς, με το θησαύρισμα των λουλουδιών, με το πρώτο ξύπνημα
του ερωτικού συναισθήματος.
Η αναπλάσσουσα εικόνα παρουσιάζει μια γυναίκα στις ώρες της έντασης
του ερωτικού συναισθήματος που δεν κρύβεται, γιατί ο ερωτευμένος είναι
διαφανής ως το κόκαλο.
Στην Α΄ ενότητα δίνονται και οι στίχοι που χρησιμοποιεί ο ποιητής ως
βασικά μοτίβα του ποιήματος:
«έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη»
«μα πού γύριζες;»
«τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας»
Β΄ ενότητα
Οι 2 πρώτοι στίχοι: επανάληψη στίχων α΄ ενότητας με αλλαγή επιρρήματος:
«ολονυχτίς»: υποβάλλει διάφορη έννοια του χρόνου – το τέλος του κύκλου
μιας νύχτας
Ο προσδιορισμός χρόνου α΄ενότ. Σε σχέση με το χρόνο β΄ενότ.: δίνει μάκρος
στην ένταση του ερωτικού συναισθήματος της γυναίκας.
Η ερώτηση και πάλι: «μα πού γύριζες;» Ø υποβάλλει την ένταση των
συναισθημάτων του ποιητή.
Στ. 13-16: τίθενται παρενθετικά και αναφέρονται σε παρελθοντικό χρόνο
«σού ‘ λεγα» (σε συμβούλευα).
Ο παραινετικός ποιητικός λόγος έχει μια διαφάνεια, μια φωτεινότητα και μια
χαρούμενη αισιοδοξία: πρέπει να βλέπεις τη φωτεινή πλευρά των
πραγμάτων
Κολυμπώντας στο «γδυτό», το καθάριο και διάφανο νερό (13)
Να τα χαίρεσαι αμέριμνη: «ανάσκελη» μέσα στη ρόδινη αυγινή
χρωματιστή ανταύγεια (14)
Να τριγυρνάς μέσα στους λουλουδιασμένους από κιτρινολούλουδα
κάμπους (15)
Σαν ένα είδος ποιητική ηρωίδας: «ηρωίδα ιάμβου» που να φωτίζει το
στήθος σου «ένα τριφύλλι φως» (16).
Συμπλοκή εννοιών της φύσης με έννοιες που εκφράζουν ψυχολογικές
καταστάσεις. Ένας τέτοιος λυρικός λόγος είναι ενισχυτικός για τον
ερωτευμένο και ενθαρρυντικός για τον απογοητευμένο από την πίκρα και
την τρικυμία της ζωής.
Η εικόνα της ηρωίδας μένει και πάλι απροσδιόριστη, χωρίς συγκεκριμένο
περίγραμμα.
Είναι μορφή ποιητική, που κινητοποιεί τη φαντασία μας.
Γ΄ Ενότητα 17-20
Αρχίζει με τον πρώτο στίχο της α΄ ενότητας: η υποβαλλόμενη εικόνα είναι
συνέχεια και συμπλήρωμα της αρχικής. Συμπληρώνεται όχι με ατομικά
χαρακτηριστικά της μορφής αλλά με εξωτερικά τα οποία προσθέτει:
Το κόκκινο σαν το αίμα φόρεμά της (18)
Καθώς πέφτει πάνω της το χρυσαφί του καλοκαιριάτικου ήλιου (19)
Και την πλαισιώνουν με το άρωμα οι υάκινθοι (20)
«μα πού γύριζες;»
Κυρίαρχα στοιχεία: έντονο χρώμα, φως , άνθινο άρωμα
Η γυναικεία ωριμότητά της εξωτερικεύεται στα χείλη της, ικανά να
μεταδώσουν την τρικυμία.
Η ομορφιά του φυσικού κόσμου και η αρωματική παρουσία της εικόνας της
ηρωίδας είναι ερωτικό ερέθισμα για τον άνδρα που δοκιμάζει απ΄ το φιλί
της μια στυφή γεύση τρικυμίας στα χείλη του.
Δ΄ Ενότητα 21-26
Συμπληρώνεται ακριβέστερα η εικόνα της α΄ ενότητας.
Επανέρχεται και πάλι το θαλασσινό τοπίο (21-22) της πρώτης
Προστίθενται λεπτομέρειες που υπογραμμίζουν το θαλασσινό τοπίο: κόλποι,
βότσαλα, θαλασσόχορτο.
Πάντοτε κυρίαρχη παρουσία η ποιητική μορφή της γυναίκας που τη
θυμάται ο ποιητής ως παρούσα: «έχεις ...» (17) ανατρέχοντας πάντα στο
παρελθόν: «ήταν ...» (22).
Από τα εξωτερικά στοιχεία της εικόνας βυθίζει τώρα το βλέμμα του ο
ποιητής στους βυθούς του συναισθηματικού μέρους της ψυχής της κόρης και
στους βυθούς της θάλασσας, δίνοντας έτσι στην έννοια των βυθών διπλή
σημασία:
Βυθοί της θάλασσας
Εσωτερικό του ανθρώπου
Στην εικόνα προστίθενται δύο νέα στοιχεία:
στη σφοδρότητα του συναισθήματος που φέρνει «μια γεύση τρικυμίας
στα χείλη» προστίθεται
η αντίδραση, η εξωτερίκευση με την κίνηση των χεριών και συγχρόνως η
ονομασία του συναισθήματος.
Έχουμε ανάδυση από το βυθό στην επιφάνεια, απ΄ το σκοτάδι στο φως
(γι αυτό και ο αστερίας εννοιολογικά θυμίζει και το αστέρι που στέλνει το
φως του από το βάθος του ουράνιου σκότους).
Η κόρη: φύση ανήσυχη, πρόωρα ώριμη, αναζητώντας τη διαύγεια της
γνώσης και την ανθρωπιά στα βάθη της ύπαρξής της, από την οποία
αναδυόταν μετά το βύθισμά της όπως ο αστερίας απ΄ τους θαλάσσιους
βυθούς.
Μια τέτοια στάση και τάση της Μαρίνας ο ποιητής τη θεωρεί πρόωρη για
τη νιότη της.
Ε΄ Ενότητα 27-36
(Β΄ μέρος του ποιήματος – το κυρίως παραινετικό)
Ο ποιητής «παίρνει μια στάση προστατευτική νουθετώντας την
κοπέλα και επικαλούμενος τη φρόνηση» (M. Vitti)
Εγκαταλείπεται η οικειότητα και ο ερωτηματικός τόνος των προηγούμενων
ενοτήτων στις οποίες έγινε υπόμνηση κοινών βιωμάτων και γίνεται
μετάβαση από τον παρελθοντικό χρόνο στο μελλοντικό.
Στ.27: «άκουσε»: έχει προτρεπτικό, παραινετικό χαρακτήρα.
Η νέα πρέπει ν΄ ακούσει το λόγο «των στερνών», των ηλικιωμένων.
Είναι όμως μεστός τότε από τα χρόνια ο ποιητής και διεκδικεί το δικαίωμα
του συμβούλου;
Όχι βέβαια, αφού έχει κοινά βιώματα με την κόρη. Απλά γίνεται
διερμηνευτής του λόγου «των στερνών».
Η νέα πρέπει να ξέρει: Ø ο χρόνος είναι «γλύπτης των ανθρώπων
παράφορος» (28)
Σκαλίζει τις μορφές των ανθρώπων με παραφορά και τις φθείρει, αφαιρεί
ζηλόφθονα τη νιότη και μαραζώνει τους ανθρώπους.
Ως αντιστάθμισμα σ΄ αυτόν τον ανελέητο νόμο ο άνθρωπος έχει από πάνω
του τον ήλιο «θηρίο ελπίδας» (29): ο ήλιος της ελπίδας για κάτι καλύτερο
συντηρεί και κραταιώνει τον άνθρωπο στη ζωή.
Να προσέξουμε: το συμφυρμό των εννοιών του «ήλιου» και της «ελπίδας»
που υποβάλλει το φως που χαρίζει η ελπίδα στον άνθρωπο,
Και τον συμφυρμό μ΄ αυτές της έννοιας του «θηρίου» που υποβάλλει τη
δύναμη την οποία χαρίζει ο ήλιος της ελπίδας στη ζωή του ανθρώπου.
Αυτή η ελπίδα συντηρεί τη νέα γυναίκα που από τη φύση της είναι ερωτική:
«κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα» (30)
Το γνωρίζει αυτό ο ποιητής γιατί, όταν τη φιλεί, δοκιμάζει «μια πικρή
τρικυμία στα χείλη» (31)
«πικρή»: ίσως δίνει τη σφοδρότητα του έρωτα που δεν βρίσκει ανταπόκριση
Στ. 32: να μην περιμένει η νέα πως θα ξανάρθει αυτό το καλοκαίρι κι αυτή
θα είναι γεμάτη σφρίγος «γαλανή ως το κόκκαλο».
Δε θα ξαναγυρίσουν πίσω οι στιγμές, όπως δε γυρίζουν πίσω τα ποτάμια
προς την πηγή τους (33-34).
ΣΤ΄ Ενότητα 37-39
Στην τελευταία ενότητα ο ποιητής «μετατρέπει την κόρη σ΄ ένα είδωλο
απρόσιτο τοποθετώντας την έξω από τη φθορά του χρόνου» (M.Vitti)
«στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο» (37)
Ως τώρα η κόρη ήταν σαν αίνιγμα για τον ποιητή, αλλά με το θάνατό της θα
πάψει να είναι «θ΄ αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου» (39)
Θα μείνει στους «κινδύνους των βράχων», έχοντας κάτι από την
παρουσία της, τη θυελλώδη στη ζωή του ποιητή: «με τη χτενισιά της
θύελλας» (38)
Ο ποιητής ονομάτισε την ποιητική αυτή μορφή μόνο στον τίτλο του
ποιήματος.
Συμβολική σημασία Ø θυμίζει τη θάλασσα με τη λαμπερή διαφάνειά της
στις ώρες της γαλήνης και τη σκοτεινότητά της στις ώρες της τρικυμίας.
Η κόρη Ø προσωποποίηση μιας ιδέας ποιητικής που αναφέρεται στο πρώτο
σκίρτημα της καρδιάς και στο φουρτούνιασμα της νεανικής ψυχής από
μύριους στοχασμούς, που κάποτε είναι δυσανάλογη προς τη νεανική ηλικία.

Β.    Όλγα Γ. Παλαιοχωρινού , «Η Μαρίνα των βράχων» 
του Ο. Ελύτη
Ακολουθώντας τους συνειρμούς του ποιητή...

Σε μια προσπάθεια να εισδύσει κανείς στους αλυσιδωτούς συνειρμούς του ποιητή, στο συγκεκριμένο ποίημα, αισθάνεται ότι παρασύρεται στην τρικυμία τους και στην ορμητική ροή τους. Μέσα στο πέλαγος των σκέψεων ψάχνει από κάπου να πιαστεί, για να μπορέσει να παρακολουθήσει το στοχαστικό ποιητικό ταξίδι. Μια λύση ίσως είναι να προσπαθήσει να κατανοήσει την ταυτότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κεντρικής ηρωίδας, της Μαρίνας.
Από την αρχή ακόμη ο ποιητής την τοποθετεί σ’  ένα θαλασσινό τοπίο να ρεμβάζει. Ο ρεμβασμός της όμως δεν αντιπροσωπεύει μια στατική εικόνα• συνδυάζεται με μια εσωτερική σύγκρουση και αναζήτηση. Η Μαρίνα κατευθύνεται από μια καταιγιστική επιθυμία να γνωρίσει τη ζωή και τον έρωτα. Από την εφηβική της ηλικία ακόμη διαπιστώνει τη βιολογική και ψυχοσυναισθηματική της ετοιμότητα, μέσω της παρατήρησης του σώματος των άλλων κοριτσιών, και αισθάνεται ότι η φύση της την καλεί να δοκιμάσει την εύχυμη γεύση της ζωής. Ο ποιητής την παραινεί να ζήσει λίγο ακόμη την αισιοδοξία και την ανεμελιά της νιότης.
Η Μαρίνα όμως βιάζεται. Πλημμυρισμένη από ερωτική διάθεση θα κορυφώσει την εξερεύνησή της στα μυστικά του έρωτα και θα προσπαθήσει να εισχωρήσει στα άδυτα της βασικής αρχής που γονιμοποιεί και τροφοδοτεί τον κόσμο. Αυτή της η επιλογή συνιστά μια κατάβαση, μια έκπτωση, μια διάπραξη ενός αμαρτήματος, του οποίου το αντίτιμο είναι η απώλεια της αγνότητας και της αθωότητας. Επειδή όμως η επιλογή της να εξιχνιάσει την απόλυτη έννοια του έρωτα απαιτεί και κάτι ευγενικό, την καθολική αφοσίωση και προσήλωση από μέρους της, θα της προσφέρει και ένα έπαθλο• την επίτευξη της αυτογνωσίας και της τελείωσής της. Εύκολα λοιπόν γίνεται κατανοητό, γιατί ο ποιητής συνδέει την κατάκτηση της ηρωίδας του με μια ευλογία και μια κατάρα που της αφήνει τελικά μια γλυκόπικρη γεύση. Από τη μια έχει πετύχει το σκοπό της, την εμπειρία του έρωτα, από την άλλη όμως αυτή η εμπειρία της αφαίρεσε την παρθενικότητά της.
Η Μαρίνα έχει βιώσει πλέον το όνειρό της και με τον εξοπλισμό που της πρόσφερε αυτό μεταλλάσσεται και μορφοποιείται σε μια ύπαρξη υπερχρονική και αιώνια. Κατέκτησε κάτι απόλυτο και γι’  αυτό αναλλοίωτο στο χρόνο, κάτι τέλειο και γι’  αυτό ανεπίδεκτο οποιασδήποτε επιπλέον διερεύνησης. Οποιαδήποτε άλλη αναζήτηση θα είναι άσκοπη, αφού δε θα έχει τίποτα να της προσφέρει περισσότερο, οποιοδήποτε όνειρο θα πέσει στο κενό. Η μορφή της έχει σμιλευτεί πλήρως και η ίδια αποβαίνει μια ύπαρξη άκαμπτη κα ακίνητη, ανάγλυφη στα βράχια, φορέας της απόλυτης γνώσης και πείρας.
                             


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου